ΜΑΡΙΑ ΤΣΟΥΤΣΟΥΡΑ: Le grand voyage / Το μεγάλο ταξίδι
Συνέντευξη στην Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη
Καλησπέρα σας, κυρία Τσούτσουρα. Πάρα πολύ χαίρομαι που σας ξαναβρίσκω μετά από τόσα χρόνια.
Είναι η χαρά αμοιβαία. Γιατί χαθήκαμε δεκαπέντε περίπου χρόνια, είκοσι;
Έχουν περάσει πράγματι δεκάξι χρόνια. Σας άφησα να μας διδάσκετε λογοτεχνική μετάφραση, ευθεία και αντίστροφη, στο Τμήμα Ξένων Γλωσσών Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιόνιου Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα. Το κενό που αφήσατε πίσω σας δυσαναπλήρωτο…
Πολύ ευγενικά τα λόγια σου, Κλεοπάτρα. Έχουν περάσει τόσα χρόνια και είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Η αλήθεια είναι πως η λογοτεχνική μετάφραση που είχαμε την τύχη να μας ενώσει είναι για μένα, και όπως αποδεικνύεται και για σένα, ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής μας. Το λέω αυτό γιατί άρχισα να μεταφράζω λογοτεχνία, και να μεταφράζω γενικά, σχεδόν πριν σπουδάσω οτιδήποτε άλλο.
Αλήθεια; Τόσο νωρίς!
Τόσο νωρίς. Δεν ήμουν ακόμη ούτε είκοσι χρονών όταν παρέδωσα το πρώτο μου βιβλίο στον εκδότη. Ήταν το πρώτο βιβλίο για τον μοντέρνο, το σύγχρονο χορό στην Ελλάδα, το Danser sa vie, του Roger Garaudy. Τότε εγώ σπούδαζα χορό και μουσική στην Ελλάδα. Διάβαζα την ξένη βιβλιογραφία αλλά δεν μπορούσα να το μοιραστώ με συμφοιτητές και συγχορευτές. Κάθισα λοιπόν ένα καλοκαίρι και μετέφρασα το βιβλίο αυτό. Δυστυχώς, δεν πρόλαβα καλά καλά να το παραδώσω στον εκδότη κι αυτός πέθανε. Ο αείμνηστος ιδρυτής του Ηριδανού, ο Παπακώστας.
Τι κρίμα. Είχατε όμως εξασφαλίσει εκδότη.
Ναι, το βιβλίο εκδόθηκε, αλλά με μια μικρή καθυστέρηση, οπότε ήμουν ήδη άνω των είκοσι όταν κυκλοφόρησε. Έπειτα οι σπουδές μου ήταν πάντα κοντά στη μετάφραση κι η μετάφραση κοντά στις σπουδές μου, εφόσον σπούδασα ελληνική και γαλλική φιλολογία και φιλοσοφία. Ύστερα συγκριτική φιλολογία όπου πήρα και τη διδακτορική μου διατριβή. Αλλά είχα ήδη αρχίσει να διδάσκω πριν την υποστηρίξω, στο Παρίσι και μετά στην Κέρκυρα, σ’ εσάς. Στο Τμήμα το γνωστό. Αν και, μάλλον, δεν είναι το Τμήμα που έχει σημασία. Είναι το Μέγαρο Καποδίστρια. Ένας πολύ αγαπημένος χώρος, ο οποίος είναι πάντα παρών σε ό,τι με συγκινεί και με εμπνέει.
Θα μου επιτρέψετε να σημειώσω ότι δεν ξεχνώ πως ένα από τα αγαπημένα παράθυρα όσων το ζήσαμε το Μέγαρο Καποδίστρια εικονίζεται στο εξώφυλλο του βιβλίου σας Μετάφραση και Ερμηνευτική (1998).
Κι αυτό δεν είναι τυχαίο.
Προφανώς δεν είναι τυχαίο. Δεν ξέρω αν γνωρίζετε ότι τα μαθήματα δεν γίνονται πια στο κτήριο αυτό. Δυστυχώς δεν έχει συντηρηθεί και κρίθηκε ακατάλληλο.
Ένα από τα πράγματα που μας πονάνε πιο πολύ στη χώρα αυτή είναι το έλλειμμα μνήμης. Αλλά η μνήμη συνδέεται με τους χώρους, τα μνημεία, τα κτήρια. Η μνήμη καλλιεργείται. Και η ποίηση ακριβώς συντελεί στο να συντηρείται η μνήμη. Η ποίηση είναι ένας κομβικός τρόπος να μιλάμε για τα σημαντικά πράγματα και να τα θυμόμαστε. Άλλωστε αυτό είναι και το νόημα του ρυθμού στη γλώσσα: το μέλος, το μέτρο, ο ρυθμός φτιάχτηκαν για να μπορούν οι άνθρωποι που δεν ξέρουν –ή που δεν ξέρουν ακόμα– να γράφουν να θυμούνται αυτά που αξίζει να θυμηθούν.
Η Κέρκυρα, λοιπόν, είναι σταθερά παρούσα και στην προηγούμενη ποιητική συλλογή σας, τις 4 Εποχές (εκδόσεις Έψιλον), και στην καινούργια, και αναρωτιόμουν αν είχατε ήδη σχέση με την Κέρκυρα πριν βρεθείτε εκεί ως καθηγήτρια στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο ή αν η συγκυρία της διδασκαλίας σας στο Ιόνιο ήταν εκείνη που γέννησε την αγάπη σας για το νησί.
Η σχέση μου με την Κέρκυρα είναι μεταφυσική.
Θα θέλατε να μου πείτε λίγα λόγια παραπάνω για αυτή τη μεταφυσική σχέση με την Κέρκυρα;
Λίγα λόγια παραπάνω… Είχα ξαναπάει στην Κέρκυρα πριν διδάξω, την είχα επισκεφτεί ως τουρίστας. Αλλά ουσιαστικά τη γνώρισα όταν δίδασκα εκεί. Την αγάπησα και την αγαπώ ακόμα. Με εμπνέει. Γιατί είναι μεταφυσική αυτή η σχέση; Γιατί η Κέρκυρα με μεταμορφώνει σαν άνθρωπο. Μου αναδεικνύει μια καλή πτυχή του εαυτού μου, παρότι με ενοχλεί η υγρασία, βαριέμαι τις συναναστροφές και το καντούνι δεν είναι το καλύτερο μέρος για να τις αποφύγει κανείς, αλλά την καταβρίσκω με το καντούνι. (Γέλια.) Επίσης, όπως θα διαπιστώσει κανείς στην καινούργια μου ποιητική συλλογή, μ’ αρέσει πάρα πολύ να κολυμπώ γύρω από το φρούριο.
Φάνηκε, νομίζω. Η Βαρκαρόλα σας πρόδωσε.
Η Βαρκαρόλα τα λέει ΟΛΑ.
Στην Κέρκυρα πόσα χρόνια διδάξατε συνολικά;
Στην Κέρκυρα, η φυσική μου παρουσία ήταν συνεχής έντεκα περίπου χρόνια. Έκτοτε είναι πάντα η παρουσία μου εκεί, αλλά είναι μεταφυσική. Δηλαδή, είμαι πάντα εκεί, ορισμένοι το ξέρουν, άλλοι πάλι όχι.
Και τώρα; Διδάσκετε αυτή την περίοδο;
Εγώ τώρα πλέον είμαι γκεστ. Η τελευταία μου, ας πούμε, συμβατική σχέση ήταν στην École Normale Supérieure στο Παρίσι, που είναι πάρα πολύ τιμητικό, γιατί πραγματικά δεν μπορεί να φανταστεί κανείς ανώτερου επιπέδου ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα από την École Normale. Και είχα την τύχη να διδάξω εκεί. Επίσης, έχω την πολύ μεγάλη τύχη να διδάσκω ως επισκέπτρια καθηγήτρια σε διάφορα σεμινάρια, μεταπτυχιακά συνήθως, στο Παρίσι. Προτιμώ συνήθως το Παρίσι και με προτιμά κι αυτό, κατά τα φαινόμενα. Όπου το θέμα έχει να κάνει πάντοτε με τον ελληνικό πολιτισμό. Αυτό σημαίνει ότι η μετάφραση είναι πάντα παρούσα. Αλλά υπάρχει ως εργαλείο «πολυτελείας» για να μπορεί κανείς να μιλήσει σε ένα ευρύτερο κοινό.
Να μιλήσουμε τώρα και για το ποιητικό σας έργο; Πριν φτάσουμε στην πρόσφατη συλλογή σας, που θα έχουμε τη χαρά να μας παρουσιάσετε στις 17 Δεκέμβρη στον Ιανό, πότε αρχίσατε να γράφετε ποίηση; Πριν από την πρώτη μετάφραση; Πριν τα είκοσι;

Ναι, πριν τα είκοσι. Άρχισα να γράφω ποίηση από τότε που άρχισα να γράφω. Και αυτό δεν γινόταν τυχαία, γινόταν πολύ συνειδητά. Με πρόγραμμα. Τώρα θα μου πεις γιατί άργησα τόσο πολύ να εκδώσω ή αργώ γενικά να εκδώσω; Αυτό οφείλεται ίσως στην τελειομανία, οφείλεται σίγουρα στις άλλες υποχρεώσεις, αλλά οφείλεται κυρίως νομίζω στην πάρα πολύ υψηλή αντίληψη που έχω για την ποίηση. Γιατί δεν θέλω να είμαι ποιητής. Θέλω να με κατοικεί η ποίηση. Που είναι κάτι πολύ διαφορετικό. Το να σε κατοικεί η ποίηση σημαίνει βεβαίως να γράφεις στίχους όπως σκέφτεσαι και όπως αναπνέεις, αλλά σημαίνει επίσης ότι έχεις πολύ μεγάλες απαιτήσεις απ’ αυτό που είναι ένα βιβλίο ποίησης. Και ειδικά η τελευταία μου συλλογή δείχνει αυτό το πράγμα, την ανάγκη μιας σύνθεσης ποιητικής. Δηλαδή δεν είναι μερικά ποιήματα βαλμένα το ένα κοντά στο άλλο, αλλά φιλοδοξεί να παρουσιάσει ένα σύνολο.
Η τελευταία σας λοιπόν ποιητική συλλογή με τίτλο Το Μεγάλο Ταξίδι.
Και Le Grand Voyage, και τα δύο, γιατί είναι δίγλωσση.
Ακριβώς, είναι δίγλωσση και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις της Σορβόννης (Presses Sorbonne Nouvelle). Γιατί δίγλωσση έκδοση; Δεν είναι εύκολο πράγμα μια δίγλωσση έκδοση, από πολλές απόψεις. Από το τεχνικό κομμάτι της εκτύπωσης σε δύο διαφορετικές γλώσσες και γραμματοσειρές, μέχρι το ουσιαστικό φυσικά, τη μετάφραση και τη μεταφορά της ποιητικής γλώσσας από μια γλωσσική πραγματικότητα σε μιαν άλλη.
Είναι δίγλωσση εξ ορισμού γιατί είναι παραγγελία. Η σειρά στην οποία ανήκει, ως τρίτος τόμος της, είναι μια δίγλωσση σειρά με τίτλο Cahiers de poésie bilingue. Είναι μια σειρά η οποία φιλοδοξεί να φιλοξενήσει ποίηση από όλο τον κόσμο σε δίγλωσσες εκδόσεις. Η πρώτη ήταν ενός Ιρλανδού ποιητή, του Theo Dorgan, η δεύτερη ήταν μια ποιητική συλλογή από την Ινδία, και η τρίτη είναι η δική μου.
Ιδιαίτερα τιμητικό για μια Ελληνίδα ποιήτρια.
Ελπίζω να σταθώ αντάξια.
Είμαστε βέβαιοι ότι θα είστε. Πείτε μας τώρα για το κομμάτι της μετάφρασης. Η επιλογή του μεταφραστή. Είχατε εσείς κάποιον στο μυαλό σας, είχατε τη δυνατότητα να επιλέξετε τον μεταφραστή; Υποθέτω ότι θα συνεργαστήκατε μαζί του, γιατί δεν μπορώ να φανταστώ συνάδελφο να αντιμετωπίζει μια τέτοια πρόκληση χωρίς την ουσιαστική συνδρομή του συγγραφέα, από κοντά. Αλλά δεν ξέρω πώς επιλέγεται ένας μεταφραστής για τη μετάφραση ενός ποιητικού έργου.
Εν προκειμένω, με επέλεξε ο μεταφραστής. Ο Stéphane Sawas είναι συνάδελφος, νεοελληνιστής, καθηγητής της Ιστορίας των Τεχνών στο Ινστιτούτο Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμών (INALCO, Παρίσι), έχει βραβευτεί για τη μετάφραση της Ανθολογίας του Νεοελληνικού Διηγήματος στα γαλλικά και είχε ήδη μεταφράσει πολλά έργα μου. Συνεργαστήκαμε στη μετάφραση του Καβάφη για το μηνιαίο περιοδικό Europe, που ίδρυσε ο Ρομαίν Ρολάν το 1924 και αφιέρωσε έκτοτε 2 μόνο τεύχη σε νεοέλληνες ποιητές: ένα στον Ρίτσο και αυτό για τον Καβάφη (Ιούνιος 2013), διπλό, που επιμεληθήκαμε με τον Stéphane. Είναι σαν να λέμε το alter ego μου, έχουμε συμπληρωματική διγλωσσία.
Αυτό είναι μεγάλο ευτύχημα.
Πράγματι. Είναι κι εκείνος απόλυτα δίγλωσσος, ελληνικά και γαλλικά. Κι εγώ, λίγο πολύ. Αλλά έχουμε συμπληρωματική γνώση των δύο γλωσσών και έχουμε επίσης μια συμπληρωματική ευαισθησία στη μετάφραση της ποίησης.

Τα οποία φαντάζομαι βοηθούν πάρα πολύ τη διαδικασία της μετάφρασης.
Χωρίς αυτά δεν γίνεται τίποτα. Θα σας πω μόνο ένα ανέκδοτο. Σε κάποια σημεία, όπου πρότεινα μια διαφορετική εκδοχή στη μετάφραση και του λέω «ναι, μα γιατί δεν μεταφράζεις αυτό έτσι;», μου λέει «συγγνώμη, το ποίημα λέει άλλο». «Ναι», λέω εγώ, «αλλά υπάρχει μια προηγούμενη βερσιόν του ποιήματος που λέει εκείνο». (Γέλια). Είχαμε να αντιμετωπίσουμε τέτοια πράγματα. Αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν είναι και εύκολο. Δηλαδή, κάθε τι, το ότι έχουμε τόσο καλή σχέση, το ότι είναι τόσο καλός μεταφραστής, το ότι είχε δίπλα του τον ποιητή, είναι ένα συν, είναι όμως και μια μεγάλη δυσκολία. Γιατί, ας πούμε, μπορούσα να του πω ότι στο σημείο αυτό πρέπει οπωσδήποτε να διατηρήσουμε τη ρίμα, γιατί αλλιώς δεν βγάζει νόημα, όπως για παράδειγμα στο ποίημα Τα τζιτζίκια, ο στίχος «το ευτυχώς και το μακάρι / γιατί σωπαίνει το φεγγάρι». Και εκεί μπορούσα βέβαια να του προτείνω ή να επιλέξω να συμβάλω στην επιλογή των μεταφραστικών λύσεων, αλλά απ’ την άλλη μεριά υπήρχε και η απαίτηση να δοθεί ένα αποτέλεσμα. Γι αυτό μιλάμε για μια πραγματική δίγλωσση έκδοση. Δηλαδή, η συνύπαρξη των δύο γλωσσών είναι ουσιαστική. Και γι’ αυτό το λόγο, όταν ετοιμαζόμασταν για την παρουσίαση και συνεργαζόμασταν με τον ηθοποιό, τον Γιάννη τον Διαμαντή, που θα διαβάσει τα ποιήματα, αλλά και με τον μουσικό, τον Παναγιώτη τον Καλαντζόπουλο, ο οποίος επίσης επέλεξε να διαβάσει ποίηση, όλοι είπαν ότι δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι ακούγονται τόσο όμορφα τα ποιήματα στα γαλλικά, γιατί υπάρχει ενδιάθετος ο γαλλικός λόγος μέσα στον δικό μου ελληνικό στίχο.
Χρονικά, η σύνθεση των ποιημάτων στην ελληνική γλώσσα, σε σχέση με τη μετάφρασή τους στα γαλλικά, είχε μεγάλη απόσταση; Θέλω να πω, είχατε ήδη ολοκληρώσει τα κείμενα ή η συγγραφή προχωρούσε παράλληλα ή κάνατε ίσως επεμβάσεις στο πρωτότυπο ενώ δουλεύατε τη μετάφραση σε συνεργασία με το μεταφραστή;
Πρώτα πρώτα, η συλλογή αυτή ήταν σχεδόν έτοιμη από κάποιο καιρό. Αλλά είχε ένα παράξενο format, δηλαδή δεν ήταν αρκετά μεγάλο όλο αυτό για να βγει ένα βιβλίο μόνο του. Αρχικά μου παρήγγειλαν κάποια ποιήματα για την έκδοση αυτή. Όταν εγώ είδα ότι η έκδοση θα είναι δίγλωσση, και ότι η σειρά αυτή αποτελείται από μικρά τεύχη των 60 σελίδων, πρότεινα τη συγκεκριμένη συλλογή ποιημάτων, διότι σε δίγλωσση έκδοση θα αποκτούσε αμέσως ακριβώς το κατάλληλο format. Αλλά, βέβαια, δεν το είχα δουλέψει για να είναι εκδόσιμο. Υπήρχε στο δικό μου συρτάρι, ως κάτι ενιαίο. Οπότε, έγινε μια πάρα πολύ εντατική δουλειά για να μορφοποιηθεί. Τώρα ο μεταφραστής όταν κοιτάζει την πρώτη βερσιόν που του παρέδωσα και τη συγκρίνει με το τελικό αποτέλεσμα, δεν έχει καμία σχέση. Διότι και πάρα πολύ δουλεύτηκε από εμένα πρώτα, ξεχωριστά, και έπειτα σε μια δεύτερη φάση, σε συνδυασμό με το γαλλικό. Υπήρξαν δηλαδή στίχοι τους οποίους είχα αλλάξει για το ελληνικό και όταν είδα τη γαλλική μετάφραση το επανέφερα στην προηγούμενη μορφή. Γίνανε κι αυτά ακόμη.
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή η αλληλεπίδραση. Μοιάζει, κατά κάποιον τρόπο, να ενυπάρχει η γαλλική βερσιόν ήδη στην ελληνική.
Δεν ξέρω. Δεν θα το έλεγα εγώ αυτό. Γιατί εγώ διεκδικώ το να είμαι συγγραφέας- φιλόλογος στα γαλλικά, και πολλές φορές πολλά πράγματα μπορώ να τα εκφράσω καλύτερα στα γαλλικά γιατί είναι πολύ πιο ανεπτυγμένη η γλώσσα σ’ αυτά που θέλω να πω, αλλά είμαι Ελληνίδα ποιήτρια.
Θα τολμούσατε να μεταφράσετε εσείς την ποίησή σας στα γαλλικά;
Τη δική μου, όχι.
Ωστόσο μεταφράζετε ποίηση.
Έχω μεταφράσει ποίηση. Από τα δημοσιευμένα αυτοτελώς, Καβάφη και άπαντα τα σονέτα του Μαβίλη έμμετρα σε δίγλωσση έκδοση (2010). Αλλά αν μετέφραζα τον εαυτό μου, θα ήταν σαν να δημιουργώ ένα νέο ποίημα στα γαλλικά. Θα ήταν κάτι άλλο. Δηλαδή, η παρουσία ενός μεταφραστή είναι απαραίτητη για να υπάρχει μια απόσταση εκτός από την ταύτιση με το κείμενο. Οπότε θεωρώ την παρεμβολή του αποφασιστικότατη. Πόσο μάλλον που είναι αυτής της ποιότητος μεταφραστής.
Πιστεύετε ότι οι μεταφραστές ποίησης είναι καλύτερο να είναι ποιητές; Να έχουν και ποιητικό έργο στην πλάτη τους;
Όχι, δεν νομίζω. Πρέπει να έχουν ποιητικό ένστικτο. Πρέπει να έχουν αντίληψη του ρυθμού και της μουσικής της γλώσσας. Να έχουν καλλιτεχνική φλέβα καλλιεργημένη. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο μεταφραστής μου είναι ένας ταλαντούχος μουσικός. Ο Stephane Sawas είναι πολύ μεγάλο ταλέντο στο πιάνο και διδάσκει Ιστορία της Μουσικής του Κόσμου. Αλλά δεν νομίζω ότι είναι απαραίτητο να είναι κανείς ποιητής για να μεταφράσει ποίηση. Πολλές φορές βοηθάει, άλλοτε όχι. Εγώ η ίδια, προτιμώ να μεταφράζω προς τα γαλλικά ποίηση, παρά προς τα ελληνικά. Διότι προς τα ελληνικά, είναι πολύ «εγώ».
Νιώθετε, δηλαδή, ότι παρεμβαίνετε στο λόγο του ποιητή περισσότερο;
Ναι. Είμαι πολύ παρούσα. Είναι αυτή η απόσταση ασφαλείας, για την οποία μιλούσα προηγουμένως, την οποία έχω εξασφαλισμένη με την ελαφρά μου αποστασιοποίηση από τη γαλλική γλώσσα, επί παραδείγματι.
Αυτή είναι μια μόνιμα ανοιχτή συζήτηση, νομίζω, για το πόσο από τον εαυτό του βάζει ο μεταφραστής στη μετάφραση και πόσο «σκεπάζει» ή όχι το λόγο του συγγραφέα με τη ματιά του, το λόγο και την αντίληψή του και πόσο δυσδιάκριτα ή εμφανή είναι τα όρια όσον αφορά το πού σταματάει ο συγγραφέας κι αρχίζει ο μεταφραστής.
Τώρα μην πιάσω να κάνω μάθημα. (Γέλια)
Εγώ δεν θα σας σταματήσω, πάντως! Να είστε βέβαιη ότι πολλοί από τους φοιτητές σας θα χαιρόμασταν πολύ αν είχαμε την ευκαιρία να σας ξανακούσουμε.
Αγαπούσα πολύ το μάθημά μας, αλλά τώρα δεν είναι η στιγμή. Θα έπρεπε ίσως να δούμε την ποιητική μετάφραση ενός μεγάλου ποιητή. Και να τη συγκρίνουμε με μια μετάφραση του ίδιου κειμένου από έναν άλλο, που δεν είναι τόσο ποιητής όσο ο πρώτος. Είναι δύσκολο. Ή θα έπρεπε εγώ τώρα να γυρίσω πίσω και να δω πώς μετέφρασα το Θαλάσσιο Κοιμητήρι του Βαλερύ, τότε που το μετέφρασα, για να δω αν το έκανα καλά ή το έκανα «Μαρία»;
Αυτή είναι όντως μια άλλη (εξίσου ενδιαφέρουσα) κουβέντα. Ωστόσο, το κάναμε αυτό στην τάξη.
Αυτό κάναμε στην τάξη.
Αυτό ακριβώς, και ήταν πολύ σπουδαίο εργαλείο για όλους εμάς, το να βάζουμε κάτω δύο και τρεις και τέσσερις και πέντε μεταφράσεις του ίδιου έργου από διαφορετικούς ανθρώπους, με διαφορετικό υπόβαθρο σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και να βλέπουμε πώς ακριβώς αντιμετώπισε τη μετάφραση ο καθένας. Αυτό ήταν για μας μεγάλο σχολείο.
Κλείνοντας, θα ήθελα να μου πείτε δυο λόγια για την εικόνα που έχετε για τις μεταφραστικές σπουδές σήμερα, διεθνώς, από την εμπειρία σας. Πολλά έχουν αλλάξει μέσα στα τελευταία είκοσι χρόνια, έτσι δεν είναι;
Πολλά και τίποτα. Η συνείδηση για την αξία της μετάφρασης έχει εξελιχθεί πολύ. Οι φορείς που την διδάσκουν πολλαπλασιάζονται. Το ενδιαφέρον του κοινού είναι επίσης εντυπωσιακό: είναι απίστευτο το πάθος που τρέφουν για τη μετάφραση άνθρωποι πολύ υψηλής ποιότητας. Στο καταπληκτικό MuCEM (Musée des civilisations de l’Europe et de la Méditerrannée) της Μασσαλίας, η φιλόσοφος Barbara Cassin με την οποία είχα τη χαρά να συνεργαστώ, ετοιμάζει για την επόμενη χρονιά μια έκθεση για τη μετάφραση, που βασίζεται στη ρήση του Ουμπέρτο Έκο, ότι η μετάφραση είναι η γλώσσα της Ευρώπης. Κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο πριν από μερικά χρόνια. Η συζήτηση για τη μετάφραση γίνεται πια σε πολύ ψηλό επίπεδο. Αυτό όμως θα αργήσει να φανεί στην καθημερινή πρακτική. Δεν μεταφράσαμε ακόμη αισθητά καλύτερα τον Όμηρο ή τον Σαίξπηρ. Ούτε πείσαμε επαρκώς το κοινό να επιλέγει τη μετάφραση που θα διαβάσει ή τους εκπαιδευτικούς φορείς να επιλέγουν σωστά τους διδάσκοντες τη μετάφραση.
Κυρία Τσούτσουρα, σας ευχαριστώ θερμά για το χρόνο σας. Εύχομαι Το Μεγάλο Ταξίδι σας να ταξιδέψει και σε άλλες γλώσσες!
Εγώ σας ευχαριστώ πολύ. Παίρνω πάντα μεγάλη χαρά όταν βλέπω πόσο οι απόφοιτοι του Μεγάρου Καποδίστρια ανοίγουν τα φτερά τους σε χώρες και τομείς διαφορετικούς. Χρειάζεται όμως πίστη πως η δουλειά του μεταφραστή θα αποκτήσει ευρέως το κύρος που της αξίζει.
*Ευχαριστούμε τη συνάδελφο Δώρα Θυμιοπούλου, από το μακρινό Μπουένος Άιρες, για την απομαγνητοφώνηση της συνέντευξης.
Οι εκδόσεις της Σορβόννης (PSN, Presses Sorbonne Nouvelle) παρουσιάζουν στον ΙΑΝΟ την ποιητική συλλογή της Μαρίας Τσούτσουρα με τίτλο Το μεγάλο ταξίδι / Le grand voyage την Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015, στις 18:00.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι:
Stéphane Sawas νεοελληνιστής- καθηγητής της Ιστορίας των Τεχνών στο Ινστιτούτο Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμών (INALCO, Παρίσι)
Μαρία Τσούτσουρα συγγραφέας-ποιήτρια
Παναγιώτης Καλαντζόπουλος συνθέτης
Ποίηση θα διαβάσει ο ηθοποιός Γιάννης Διαμαντής.
Η εκδήλωση πραγματοποιείται με την υποστήριξη του Centre Culturel Hellénique
Σύντομο βιογραφικό:
Η ποιήτρια και συγγραφέας Μαρία Τσούτσουρα είναι διδάκτωρ Συγκριτικής Φιλολογίας, διακεκριμένη στη διεύθυνση ερευνών στις Ελληνικές Σπουδές. Διδάσκει ιστορία των γραμμάτων και τεχνών και λογοτεχνική μετάφραση σε πολλά πανεπιστήμια και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ελλάδας και του εξωτερικού. Το ποιητικό της έργο φέρει τη μνήμη των μεγάλων ποιητών, τους οποίους έχει συστηματικά μελετήσει και επιμεληθεί, ενώ αποτυπώνει τη διαρκή και σε βάθος ενασχόλησή της με τις τέχνες. Στο Παρίσι έργα της έχουν ήδη συμπεριληφθεί στην ανθολογία διηγημάτων Le Conseil de la cloche et autres nouvelles grecques (2012) στις εκδόσεις υψηλού κύρους της École Normale Supérieure, η οποία επανεκδόθηκε αφού βραβεύθηκε στην Ελλάδα, αλλά και στο περιοδικό Place de la Sorbonne (2015) που φιλοξένησε με παράλληλη γαλλική μετάφραση το ποίημα «Το κουτί της Πανδώρας» από την πρώτη της συλλογή (Οι 4 εποχές, 2000).
Έχει μεταφράσει στα γαλλικά μεγάλο μέρος της καβαφικής ποίησης και άπαντα τα σονέτα του Λορέντσου Μαβίλη. Έχει δημοσιεύσει ως συγγραφέας ή επιμελήτρια ένδεκα επιστημονικά βιβλία και περισσότερα από εκατό άρθρα σε ευρωπαϊκά επιστημονικά περιοδικά για τις πολιτισμικές συναλλαγές (transferts culturels) μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας κατά τον 19ο και 20ό αιώνα, τη μετάφραση και την ιστορία της ελληνικής γλώσσας, την επτανησιακή φιλολογία, τη νεοελληνική ποίηση και την ιστορία των τεχνών.