Ημερίδα Εργασίας «Αναβάθμιση του μεταφραστικού επαγγέλματος σε Ελλάδα και Κύπρο και πνευματικά δικαιώματα»
Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί την τοποθέτηση της ΠΕΕΜΠΙΠ μέσω της Προέδρου Δήμητρας Σταφυλιά, στο πλαίσιο της συζήτησης για το μεταφραστικό επάγγελμα στην Ημερίδα Εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής [1].
Ομάδα εργασίας: Αναβάθμιση του μεταφραστικού επαγγέλματος – τα επόμενα βήματα
Θεσσαλονίκη, 7 Απριλίου 2016
Προκειμένου η συζήτηση να έχει τη σωστή στόχευση, αρχικά θα πρέπει να περιγραφεί σε ποιο σημείο βρισκόμαστε ακριβώς. Ας αναλογιστούμε τις βασικές εξελίξεις στο χώρο τα τελευταία χρόνια, ιδίως από το 2000.
Το ένα στοιχείο είναι εκείνο της παγκοσμιοποίησης. Η αγορά έχει επεκταθεί από τα στενά τοπικά όρια και έχει διεθνοποιηθεί. Σε αυτό έχει σαφώς συντελέσει η ανάπτυξη της τεχνολογίας και η δυνατότητα για εξ αποστάσεως εργασία.
Κατά δεύτερο λόγο, υπάρχει αυξανόμενη ανάγκη για εξειδίκευση, καθώς η αγορά εξελίσσεται και τμηματοποιείται, ενώ παράλληλα αυξάνεται η τεχνική περιπλοκότητα των μεταφραστικών διαδικασιών. Αυτό σημαίνει ότι οι μεταφραστές χρειάζεται πλέον να έχουν κάποια γνώση για συγκεκριμένους τομείς, οι οποίοι μπορεί να είναι γενικοί έως άκρως καθορισμένοι.
Το σημαντικότερο όμως στοιχείο είναι εκείνο της επαγγελματοποίησης: η μετάφραση θεωρείται πλέον επάγγελμα και αυτό το οφείλει εν μέρει στην άνθηση των μεταφραστικών σπουδών και τη συμπερίληψή τους στη σφαίρα της ανώτερης εκπαίδευσης.[2] Ένας δεύτερος καθοριστικός παράγοντας ήταν η τυποποίηση των μεταφραστικών υπηρεσιών, πρώτα με το ευρωπαϊκό πρότυπο EN 15038 Translation services και πλέον με το νέο διεθνές πρότυπο ISO 17100, το οποίο στην ενότητα 3.1.4, “Translator qualifications”, αναφέρει ότι τα [ελάχιστα] προσόντα του μεταφραστή για την παροχή της υπηρεσίας καθορίζονται με την τεκμηριωμένη απόδειξη των εξής:
– αναγνωρισμένο πτυχίο (graduate) στη μετάφραση από ίδρυμα ανώτερης εκπαίδευσης
– αναγνωρισμένο πτυχίο σε άλλο τομέα από ίδρυμα ανώτερης εκπαίδευσης, αλλά με δύο έτη επαγγελματικής εμπειρίας στη μετάφραση σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης
– πέντε έτη επαγγελματικής εμπειρίας στη μετάφραση σε καθεστώς πλήρους απασχόλησης
Σημειώνεται ότι το παγκόσμιο ISO 17100 είναι πιο αυστηρό στις απαιτήσεις του σε σχέση με το ευρωπαϊκό EN 15038.
Όσον αφορά την Ελλάδα, ένας τρίτος παράγοντας ήταν η θέσπιση επαγγελματικών δικαιωμάτων για μεταφραστές και διερμηνείς με την έκδοση του Π.Δ. 169 της 17.06.2002 (ΦΕΚ 156/2.7.02) και η ενημέρωση του προσοντολογίου το 2010 για την προκήρυξη πλέον θέσεων ΠΕ μεταφραστών – διερμηνέων και τη σταδιακή εξάλειψη των θέσεων ΔΕ.
Τέλος, έχουμε και ένα ακόμα συστατικό της επαγγελματοποίησης (πέραν της εκπαίδευσης), δηλ. τη σύσταση επαγγελματικών συλλόγων και τη μεγαλύτερη κινητοποίηση των μεταφραστών, καθώς και την υιοθέτηση κωδίκων δεοντολογίας και επαγγελματικής συμπεριφοράς.
Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο μεταφραστικός κλάδος μιλάει για αποεπαγγελματοποίηση, καθώς τις συνθήκες και τους όρους της αγοράς διαμορφώνουν οι μεγάλοι παίκτες –με πιέσεις στις αμοιβές που απορρέουν από τις οικονομίες κλίμακας (απόρροια επίσης της παγκοσμιοποίησης), διαρκείς εξαγορές μικρότερων εταιρειών για μείωση του ανταγωνισμού και κυριαρχία στην αγορά με τη δημιουργία ολιγοπωλίων– και όχι οι ίδιοι οι επαγγελματίες, οι οποίοι ουσιαστικά (φαίνεται να) έχουν χάσει τον έλεγχο του επαγγέλματός τους. Παράλληλα, επιχειρείται και απορρύθμιση με κρατική παρέμβαση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Πολωνία, όπου εξετάζεται το ενδεχόμενο μείωσης των απαιτήσεων εκπαίδευσης για το επάγγελμα του δικαστηριακού/ορκωτού Μ/Δ, ώστε να επιτρέπονται μεταφραστές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στο όνομα της διευκόλυνσης της πρόσβασης στο επάγγελμα (σε αντικατάσταση των μέχρι σήμερα αυστηρών απαιτήσεων και εξετάσεων). Οι επιπτώσεις της αποεπαγγελματοποίησης είναι πολλαπλές, π.χ. αλλάζουν οι όροι του ανταγωνισμού, απαξιώνεται η γλωσσική ικανότητα ή δεν θεωρείται πλέον ως επαγγελματικό προσόν. Ακόμα και η μηχανική μετάφραση συμβάλει σε αυτό καθώς διαστρεβλώνει την εικόνα της μεταφραστικής διαδικασίας.
Σε αυτό το πλαίσιο ζητήθηκε από την ομάδα εργασίας να εξετάσει 2 άξονες:
– Ο ένας είναι η επαγγελματική αναγνώριση και κατοχύρωση.
– Ο άλλος είναι ουσιαστικά η ενημέρωση των αποδεκτών των μεταφραστικών υπηρεσιών.
Όσον αφορά τον πρώτο άξονα, τα συμπεράσματα του Reflection Forum in Multilingualism and Interpreter Training του 2009[3] μπορούν να επεκταθούν και στον τομέα της μετάφρασης:
α) Το πρώτο είναι να δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στα προγράμματα πανεπιστημιακού επίπεδου. Αυτό γίνεται μέσω της αυστηρής εξέτασης των φοιτητών και της συνεχούς τους αξιολόγησης, αλλά και μέσω της διαπίστευσης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων για αναγνώριση του επιπέδου επάρκειας των προσφερόμενων σπουδών (π.χ. με τις εσωτερικές και εξωτερικές αξιολογήσεις κ.λπ.).
β) Το δεύτερο είναι να αναπτυχθούν επίσημα προγράμματα δια βίου μάθησης με τη σύμπραξη πανεπιστημιακών φορέων και μεταφραστικών συλλόγων. Είναι μια πρακτική που εφαρμόζεται ήδη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό διασφαλίζει τη διαρκή, επίσημη ανανέωση των μεταφραστικών δεξιοτήτων και την αναγνώριση νέων προσόντων. Στην Ελλάδα κάτι τέτοιο δεν υφίσταται, με την εξαίρεση των webminar που έχει εδραιώσει η ΠΕΕΜΠΙΠ για τα μέλη της και των ανοικτών σεμιναρίων αυτομόρφωσης που προσφέρει ο ΣΜΕΔ, τα οποία ωστόσο πρέπει να εντατικοποιηθούν και συστηματικοποιηθούν ουσιωδώς. Για παράδειγμα, στην Πολωνία, η ένωση TEPIS συνεργάζεται με πανεπιστήμια για τη διαρκή νομική επιμόρφωση των μελών της.
γ) Όσον αφορά την επαγγελματική αναγνώριση και κατοχύρωση, σε θεωρητικό επίπεδο, στην Ελλάδα υπάρχει νομικό πλαίσιο. Αυτό το νομικό πλαίσιο αφορά την επάρκεια του μεταφραστή. Όχι την επάρκεια της μετάφρασης. Το ένα δεν συνεπάγεται το άλλο. Και καμία διαδικασία δεν πρόκειται να εγγυηθεί την επάρκεια τη μετάφρασης αν δεν περιλαμβάνει διαδικασίες επιλογής μεταφραστών κατόπιν ελέγχου (κάτι που γίνεται στον ιδιωτικό τομέα), αξιολόγησης της ποιότητας και ανατροφοδότησης. Αυτό που λείπει, αν και διορθώνεται σιγά σιγά με την παρέμβαση της ΠΕΕΜΠΙΠ, είναι η βούληση της Πολιτείας για την εφαρμογή του νομικού πλαισίου αναγνώρισης της επάρκειας του μεταφραστή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αντιμετώπισης ήταν ο (ανεφάρμοστος έως σήμερα) νόμος του 2008 για το σύστημα ορκωτών μεταφραστών, που ακύρωνε κάθε πρόοδο που είχε συντελεστεί μέχρι τότε, και προέβλεπε τη μετάφραση από κάθε άλλο επαγγελματία εκτός από τον επαγγελματία μεταφραστή, ακυρώνοντας ακόμα και τους πτυχιούχους. Συνεπώς, το τρίτο σημείο είναι ο εσωτερικός συντονισμός των υπουργείων για την εφαρμογή ή τη βελτίωση του υφιστάμενου πλαισίου.
Όσον αφορά τον δεύτερο άξονα, η ενημέρωση του κοινού και η προβολή του κλάδου γίνεται ήδη σε τοπικό επίπεδο από τις επαγγελματικές ενώσεις, με εκδηλώσεις, δημοσίευση οδηγών και λοιπού υλικού, χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τη FIT Europe, και σε διεθνές από τη FIT Mundus, με σημαντικές πρωτοβουλίες για τη θέσπιση προτύπων (π.χ. οδηγός για τη δημιουργία νέων ενώσεων, οδηγός για μεταφραστές/διερμηνείς σε εμπόλεμες ζώνες, ευρωπαϊκό πρότυπο κώδικα δεοντολογίας κ.λπ.). Τα ζητήματα που αντιμετωπίζουν όμως οι τοπικές ενώσεις είναι πρωτίστως οικονομικής φύσεως, καθώς σε αντίθεση με τις ενώσεις μεγαλύτερων χωρών, οι ελληνικές ενώσεις εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να επιτύχουν μεγάλες κλίμακες εσόδων από συνδρομές, συνεπώς οι δραστηριότητές τους είναι πιο περιορισμένες. Ωστόσο αυτό θα μπορούσε να ξεπεραστεί εν μέρει αν η αντιμετώπισή τους από τους φορείς του δημοσίου ήταν διαφορετική, δίνοντάς τους την ευκαιρία να συμμετάσχουν σε ημερίδες και συναντήσεις εργασίας (π.χ. σε συνεργασία με τεχνικά, εμπορικά και λοιπά επιμελητήρια), διαβουλεύσεις (όπως το έπραξε η Υπηρεσία Ασύλου και η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) και να προσφέρουν τις γνώσεις και την εμπειρία τους. Συχνά όμως, οι επαγγελματικοί μεταφραστικοί φορείς αντιμετωπίζουν εχθρική και υπεροπτική αντιμετώπιση, αν και υπάρχουν εξαιρέσεις φορέων που αναγνωρίζουν ότι αυτή η διάδραση θα μπορούσε να ωφελήσει τις εσωτερικές τους διαδικασίες.
Τέλος δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί ότι σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν και οι πρωτοβουλίες της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα, καθώς έχουν καταφέρει ώστε τα ζητήματα που αφορούν τον μεταφραστικό κλάδο να καλύπτονται από τα ΜΜΕ, ιδιαίτερα εφόσον συνδέονται με συγκεκριμένες ευρωπαϊκές πολιτικές, στρατηγικές και οδηγίες.
[1] Πρακτικά Ημερίδας Εργασίας:
http://ec.europa.eu/greece/pdf/20160610_conclusions_workshop_professionalizing.pdf
[2] Διαβάστε το “Professional Realism in the Legal Translation Classroom: Translation Competence and Translator Competence”, Łucja Biel, Meta : journal des traducteurs / Meta: Translators’ Journal, vol. 56, n° 1, 2011, p. 162-178, 2011. Πρόσβαση 9/4/2016: https://www.erudit.org/revue/meta/2011/v56/n1/1003515ar.pdf
[3] Πρόσβαση 9/4/2016: http://goo.gl/Y4bqwA
H Δήμητρα Σταφυλιά σπούδασε μετάφραση στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Διαθέτει μεταξύ άλλων μεταπτυχιακό MA in European Business and Languages από το South Bank University και το European Masterʼs in Human Rights and Democratisation (E.MA). Πιστεύει ακράδαντα στην ανάγκη ενεργειών που αναδεικνύουν τη μετάφραση ως επάγγελμα και τον μεταφραστή ως εξειδικευμένο επαγγελματία. Εργάζεται ως ελεύθερη επαγγελματίας μεταφράστρια από το 2002. Είναι για τρίτη θητεία Πρόεδρος της ΠΕΕΜΠΙΠ και από το 2015 είναι Ταμίας και μέλος του Δ.Σ. της FIT Europe.