Μεταφραστικές παγίδες

της Ειρήνης Χατζηκουμή

Λένε οι ντόπιοι πως η Χιλή είναι ένα νησί, una isla. Γιατί είναι αποκομμένη απ’ τον υπόλοιπο κόσμο από δυο θάλασσες, μια τον ωκεανό και μια τις Άνδεις, και μια έρημο. Δεν φτάνει κανείς τυχαία εδώ κι όποιος φτάνει ξεχνά. Γι’ αυτό κι εγώ θα πρόσθετα το Νησί των Λωτοφάγων. Αντίδοτο στη λήθη από όσους ακόμα θυμούνται, η γλώσσα. Στο Σαντιάγο έχουμε μια μικρή κοινότητα, όπου φτιάχνουμε τέτοια ματζούνια. Κι αυτές τις μέρες κλείνει το πρώτο εξάμηνο που έτρεξε το εργαστήρι λογοτεχνικής μετάφρασης ισπανικά-ελληνικά/ελληνικά-ισπανικά κι ο απολογισμός δείχνει πως εγώ, ξεκινώντας το, είχα πέσει σε κάμποσες μεταφραστικές παγίδες.

Πρώτα απ’ όλα, έβαλα προϋποθέσεις, τις οποίες ευτυχώς δεν τήρησα. Όπως η πολύ καλή γνώση της μίας γλώσσας και η τουλάχιστον καλή γνώση της άλλης. Έβαλα αυταπάτες, ότι εγώ θα ήμουν αυτή που θα έπρεπε να εξηγήσω στους ανθρώπους πως θα πρέπει να ξεκολλήσουμε από τις λέξεις, θα χρειαστεί να φέρουμε τούμπα τη γλώσσα, θα έχουμε ένα ύφος να σεβαστούμε. Θεώρησα δεδομένα πράγματα που δεν ήταν, όπως η καταγωγή και η μητρική γλώσσα των συμμετεχόντων.

Αυτό το εργαστήρι λειτούργησε αυτό το πρώτο εξάμηνο με έξι βασικά μέλη χωρίς κανένα ή με ελάχιστο μεταφραστικό παρελθόν, συν εμένα, επτά. Επτά άνθρωποι με τελείως διαφορετικό ακαδημαϊκό και επαγγελματικό background, από μία ευρύτατη ηλικιακή γκάμα, αλλά και γεννημένοι σε τέσσερις διαφορετικές χώρες, τρεις διαφορετικές ηπείρους, Χιλή, Ελλάδα, Βολιβία, Ιράν, με διαφορετικές σχέσεις με την Ελλάδα ο καθένας και με διαφορετικές γλωσσικές ιστορίες. Το μοναδικό που ίσχυσε από τις αρχικές μου αυταπάτες ήταν η πολύ καλή γνώση της μίας γλώσσας. Στη δεύτερη κυμανθήκαμε από ένα αρχάριο επίπεδο μέχρι και πολύ καλή.

Αποδείχθηκε όμως αφοπλιστικά ότι η γνώση μιας συγκεκριμένης γλώσσας με τη στενή της έννοια δεν είναι τίποτα μπροστά στη γλωσσική ευαισθησία, στον κοινό νου, στη γλωσσική όρεξη και, πάνω απ’ όλα, στη συλλογικότητα. Γιατί η γνώση του κόσμου και οι διαδρομές του μυαλού επτά διαφορετικών ανθρώπων κάνουν δυνατή την κατανόηση μιας λέξης σε συγκείμενο και την απόδοσή της σε μια άλλη γλώσσα. Γιατί από τις επτά εικόνες που δημιουργούνται από το πρωτότυπο κείμενο υπάρχει καμιά φορά μία που είναι αποκαλυπτική ως προς το πρωτότυπο και τον συγγραφέα του. Γιατί τις έννοιες που υπάρχουν σε κάθε μία από αυτές τις χώρες, από αυτές τις ηπείρους, τις βάλαμε κάτω και τις περάσαμε ο ένας στον άλλον και ζητήσαμε από τα μεταφραστικά εργαλεία να μας βοηθήσουν να τις αποδώσουμε σε λέξεις. Γιατί τελικά χρειάζεται απλώς κοινός νους για να μην κολλήσεις σε μια καταχρηστικά κατά λέξη μετάφραση.

Χρειάστηκε να αναρωτηθούμε τι θα κάνουμε με τα παρατσούκλια, τι εννοεί ο Ρίτσος όταν λέει πως τα παιδιά την ώρα που βραδιάζει φεύγουν από τα δημόσια πάρκα· είναι οι πλατείες; οι παιδικές χαρές; Και να ορίσουμε σε ποιο ισπανόφωνο κοινό απευθυνόμαστε. Πώς θα αποδώσουμε τρεις ελληνικές λαϊκές εκφράσεις με μια κοινή λέξη στη σειρά, αλλά και το βαρύγδουπο ύφος του Benedetti; Κι όλα αυτά δεν είναι παρά θέμα κοινού νου. Δεν είναι προνόμιο ή κληρονομικό χάρισμα του επαγγελματία μεταφραστή (και μ’ αυτό δεν αμφισβητώ την επαγγελματικότητά μας, απλώς ξεκαβαλικεύω λίγο από το καλάμι). Πόσα επίθετα μπορεί να πάρει η λέξη “μετάφραση”; Ερασιτεχνική συλλογική λογοτεχνική μετάφραση…

Σε αυτές τις σαββατιάτικες συναντήσεις δουλέψαμε Σουρούνη, Βενέζη, Σώτη Τριανταφύλλου, Ρίτσο, Adolfo Couve, Mario Benedetti, και λαϊκές αφηγήσεις σε μορφή παραμυθιού. Δεν έχουμε όρια ως προς το λογοτεχνικό είδος, την καταγωγή του συγγραφέα και το ποιος θα επιλέξει και θα προτείνει το πρωτότυπο κείμενο. Ύστερα από τα πρώτα κείμενα, αρχίσαμε να δουλεύουμε τις μεταφράσεις με στόχο να βγει ένα συλλογικό κείμενο. Οι καρποί αυτής της δουλειάς ανεβαίνουν στην ομάδα του φατσοβιβλίου “taller de traducción literaria – Colectividad Helénica de Santiago”. Μοναδικός στόχος και προϋπόθεση πια να συνεχίσουμε το ταξίδι…

love-books

Πρωτοειδωθήκαμε στην είσοδο του κινηματογράφου, περιμένοντας στην ουρά για να δούμε στην οθόνη δυο οποιουσδήποτε ωραίους. Εκεί ήταν που για πρώτη φορά παρατήρησε ο ένας τον άλλον χωρίς συμπάθεια αλλά με μια σκοτεινή αλληλεγγύη. Εκεί ήταν που συνειδητοποιήσαμε απ’ την πρώτη κιόλας ματιά τις μοναξιές μας. Στην ουρά στέκονταν όλοι δυο-δυο, κι επιπλέον ήταν πραγματικά ζευγάρια: παντρεμένοι, ανύπαντροι, εραστές, ηλικιωμένοι, ποιος ξέρει τι. Όλοι χέρι-χέρι ή αγκαζέ κρατούσαν κάποιον. Μονάχα τα δικά μας χέρια ήταν μόνα και σφιγμένα.

Κοιτάξαμε ο καθένας την ασχήμια του άλλου με σχολαστικότητα, με αυθάδεια, χωρίς περιέργεια. Διέτρεξα με το βλέμμα το βαθούλωμα στο ζυγωματικό της με το θράσος που μου έδινε το παραμορφωμένο μου μάγουλο. Εκείνη δεν κοκκίνισε. Μου άρεσε που ήταν σκληρή, που ανταπέδωσε την εξέταση με ένα σχολαστικό βλέμμα σ’ εκείνο το ίσιο, γυαλιστερό, δίχως γένια σημείο του παλιού εγκαύματος.

Επιτέλους μπήκαμε μέσα

Mario Benedetti
Η νύχτα των άσχημων

Η Ειρήνη Χατζηκουμή, απόφοιτος του ΤΞΓΜΔ του Ιονίου Πανεπιστημίου και του Τμήματος Ισπανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΕΚΠΑ και κάτοχος του Διεπιστημονικού Μεταπτυχιακού Διπλώματος Γλωσσικής Τεχνολογίας “Τεχνογλωσσία” (ΕΚΠΑ, ΕΜΠ, ΙΕΛ) με εξειδίκευση στην αξιολόγηση μηχανικής μετάφρασης, ασχολείται επαγγελματικά με τη μετάφραση και με τη διδασκαλία ξένων γλωσσών από το 2002 και με τη διδασκαλία μετάφρασης από το 2008. Από τον Δεκέμβριο του 2015 βρίσκεται στη Χιλή, όπου εξακολουθεί να συνδυάζει τη μεταφραστική δραστηριότητα με τη διδασκαλία αγγλικής γλώσσας και την ακαδημαϊκή διδασκαλία στο πρόγραμμα μετάφρασης του Καθολικού Πανεπιστημίου του Βαλπαραΐσο. Μπορείτε να τη βρείτε στο Tumblr και στο LinkedIn.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *